DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34563 entries)
break down διασπώμαι
break draft προτράβηγμα
break in the primary coolant line ρήξη του αγωγού του πρωτεύοντος κυκλώματος ψύξεως
break size μέγεθος ρήξεως
break-off phenomenon αίσθηση απομόνωσης
break-out sessions μικρές ομάδες εργασίας
break-out sessions υποομάδες εργασίας
break-up κατακερματισμός δομής βλήματος
breakdown χρόνος αποσυναρμολόγησης
breakdown αποσυναρμολόγηση
breakdown μηχανική βλάβη
breakdown by grade and service κατανομή κατά βαθμούς και υπηρεσίες
breakdown of the programmable resources κατανομή των προγραμματιζόμενων πόρων
breakdown of the Schengen acquis καταμερισμός του κεκτημένου του Σένγκεν' καθορισμός συγκεκριμένης νομικής βάσης για το κεκτημένο του Σένγκεν
breakdown service οδική βοήθεια
breaker strip προστατευτική ζώνη
breakfast πρωινό
breaking θραύση
breakout διαχωρισμός
Breakpoint symbol Σύμβολο σημείου διακοπής